- Χολλείδαι
- οἱ, Αδήμος τής Αιγηΐδος φυλής τής Αττικής.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Χολλεῖδαι — Χολλείδης a member of the deme Cholleidae masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χολλεῖδαι — χολλείδης a member of the deme Cholleidae masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Χολλείδης — και Χολληΐδης και Χολλήδης, ὁ, Α [Χολλεῑδαι] κάτοικος τού δήμου τών Χολλειδών τής Αττικής … Dictionary of Greek